Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010

Ζόρικο μπουγάζι





Όλη η ζωή σου μια θάλασσα.

Τα 'χεις ξαναγράψει αυτά.

Πότε ανταριασμένη, πότε μπουνατσαρισμένη, με χρώματα άλλοτε γκρίζα και μουντά κι άλλοτε γαλάζια και αστραφτερά.
Εσύ είσαι ο καπετάνιος.

Ναι ναι, τα ξέρουμε, μας έπρηξες πια με τα ναυτικά απωθημένα σου. Γιατί δε ρήμαζες να μπεις στην εμποροπλοιάρχων να ησυχάσουμε κι εμείς κι εσύ δεν καταλαβαίνω, απ' το πρωί ως το βράδυ απάνω σ' έναν ωκεανό θα σέρφαρες (κι όχι στο διαδίκτυο να χαζεύεις διαρκώς το http://www.marinetraffic.com/ais/gr/default.aspx), τον ήλιο θα παρακολουθούσες ολημερίς απ' τη θάλασσα να ξεμυτίζει και σε κείνη πάλι να βουτά, λιμάνια λογιών λογιών θα 'πιανες, με εικόνες και στιγμές μοναδικές θα γέμιζες, εμπειρίες ανεπανάληπτες θα 'χες να διηγείσαι στους φίλους σου κι αργότερα στα παιδόγγονά σου...

Το υγρό στοιχείο όμως δεν είναι ένας απέραντος ωκεανός που οι επιμέρους θάλασσες και τα ακόμη μικρότερα πελάγη ενώνονται και συνυπάρχουν αρμονικά και ήσυχα. Τότε θα ήταν μια πελώρια πισίνα. Θεριό είναι ανήμερο και δύστροπο και για να μεταβείς απ' το ένα γεωγραφικό σημείο στο άλλο θα συναντήσεις περάσματα όπου ο Αίολος κι ο Ποσειδώνας έχουνε στήσει γλέντι απ' τα προανθρώπινα και προϊστορικά χρόνια.

Η ανοιχτή θάλασσα είναι προβλέψιμη, βλέπεις τον καιρό που κατεβαίνει στρωτός κι ευθύς, ξέρεις πώς να τόνε ταξιδέψεις, βάζεις την πλώρη απάνω ή αν έχεις φάρδος τον παίρνεις "α λα μπάντα" που λέμε ή, αν είναι από πίσω, τόσο το καλύτερο, "πίσω καιρός, μισό λιμάνι" λέγανε οι παλαιοί. Μα αν πρέπει μπουγάζι να διαβείς για να φτάσεις εκεί που θες, τότε τα πράγματα είναι αλλιώς, ύπουλες δίνες και ρεύματα ατίθασα σε κυκλώνουν, το βαπόρι κλυδωνίζεται άγαρμπα κι οι αποκλίσεις από τη θέση ισορροπίας γίνονται πιο απότομες και μεγαλύτερες από πριν. Τώρα δεν προβλέπεις, πας με τη διαίσθηση και αυτή είναι άτιμη, ή σε βγάζει ασπροπρόσωπο ως το τέρμα ή λίγο πριν να ξεθυμάνει το μπουγάζι, σε προδίδει.

Όπως οι θάλασσες, έτσι κι οι ζωές. Το πέρασμα απ' τον ένα χρόνο στον άλλο σαν δύσβατο θαλάσσιο μονοπάτι φαντάζει που πρέπει να το διαβείς και να βγεις νικητής. Όχι, δεν είναι ο χρόνος που φορτώνεσαι μέσα σε μια στιγμή ούτε κάποια θετική ή αρνητική αποτίμηση της χρονιάς που πέρασε σε επηρεάζει. Είναι οι μέρες που έχουν αυτό το κάτι, που δεν μπορείς να ονοματίσεις, ανεξήγητο το λες, λίγη τσαντίλα, λίγος εκνευρισμός, λίγη μελαγχολία, λίγο απ' όλα δηλαδή αλλά και πολλή αγωνία, πολλή αβεβαιότητα, άγχος είπαμε το λέμε ψυχιατρικώς και ξέρει πια και η κυρά-Κατίνα της γειτονιάς πως τα πράγματα είναι δύσκολα, τα χειρότερα έρχονται και, και, και, ..., κι άλλη απελπισία, κι άλλη τρομοκρατία και δεν έχει τελειωμό αυτό το πανηγύρι.

Έτσι κι εσύ, θες επειδή το κάνουν οι πολλοί, θες από κεκτημένη ταχύτητα, αγχώνεσαι. Όχι για το αύριο. Για το σήμερα. Για το τώρα. Το ζήτημα δεν είναι πώς θα είσαι και τι επίπεδο ζωής θα έχεις τη νέα χρονιά που έρχεται και όλες εκείνες που ακολουθούν. Αναρωτιέσαι: ζεις; Τώρα, όχι την επόμενη στιγμή. Κι ας έχουμε 2011 όταν θα ΄ρθει αυτή.

Πέμπτη 2 Δεκεμβρίου 2010

...με τους ήχους των παλιών καιρών



Κι αν κάποτε ο δρόμος ή ο χρόνος σε φέρει στο Αιγαίο, στάσου με τους αγκώνες σου στην κουπαστή κι αγνάντευε... Μικρά σκόρπια διαμάντια θ' αγγίξεις με το βλέμμα σου, όλα τους διαφορετικά και ιδιόρρυθμα, άλλο ομαλό, με χαμηλά υψόμετρα, ευθείες και επίπεδα κι άλλο πιότερο απότομο, με γκρεμνά και αιχμηρές κορυφογραμμές με ακανόνιστα σχήματα, εκείνο καταπράσινο και εύφορο μα το πέρα ξερό, γυμνό και άγονο καλά καλά, όλα τους ωστόσο δημιουργούν ένα μωσαϊκό πολιτισμών χαμένων στα βάθη της ιστορίας που σε προκαλεί να το ψηλαφήσεις, να το θωπεύσεις, να το γευτείς, να το διαβείς για να ...χαθείς.

Κι αφού ανάμεσα πελάγου βρεθείς και ξανοιχτείς, θ' ακούσεις τις Σειρήνες να σε προσκαλούν σ' ένα ταξίδι ήχων μαγικό. Και τότε θα πρέπει να ξεχάσεις όλα εκείνα που σε μάθανε σαν ήσουνα μικρός, οι ναύτες σε τούτο το βαπόρι δεν έχουνε βουλωμένα τ' αυτιά τους με κερί κι ούτε ο Οδυσσέας είναι δεμένος στο κατάρτι για να μην παρασυρθεί από τις σαγηνευτικές ψαλμωδίες που τραγουδούν οι γυναίκειες θεότητες. Ξύλο έχει στα χέρια του και πλέκει μουσικές κραυγές καιρών αλλοτινών.

Κι αν νομίζεις πως τα παραμύθια που σου διδάξανε σαν ήσουνα παιδί τελειώσανε εδώ, πλανάσαι πλάνην οικτράν. Με μιαν αστραπιαία κίνηση πιάνει και κορντίζει το ξύλο ο Οδυσσέας, βγάνουνε κι οι συντρόφοι του τα ξύλα τα δικά τους και γλέντι τρικούβερτο στήνεται στο βαπόρι. Και καθώς οι αρχέγονοι ρυθμοί σμίγουν με τις γλυκότερες μελωδίες που άκουσες ποτέ σου, τότε είναι που συμβαίνει το απροσδόκητο: γοητεύονται οι Σειρήνες απ' το διονύσιο άκουσμα που βγάλανε ναύτες και καπετάνιος και τόσο πολύ μαγεύονται που τα φτερά τους σπάζουνε κι οι ίδιες προσγειώνονται και μ' ένα σάλτο βρίσκονται στην κουβέρτα να ακλουθάνε τους ναύτες στο χορό. Και τώρα σειρά είναι των θνητών ν' αρπάξουν τα φτερά κι έτσι χορεύοντας, τραγουδώντας και με την ψυχή μερακλωμένη, ν' ανέβουνε ψηλά να προσελκύσουνε αγγέλους και δαιμόνους κι όλοι μαζί να γίνουν ένα σε τούτη την πανήγυρη...

Κι αν πίστεψες πως το ταξίδι έφτασε στον τελειωμό του, αχ, δεν κατάλαβες ως φαίνεται πως μόλις που αρχίνηξε. Γιατί αγαπητέ μου -δεν το ήξερες;- Ιθάκη δεν υπάρχει! Γι' αυτό και λέει ο κόσμος όλος πως το ταξίδι είναι που φελά κι όχι ο προορισμός. Κάμε τα καλά σου το λοιπόν κι εσύ, φχαριστήσου το κι απόλαυσέ το ως το τέρμα!